ignite$37407$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

ignite$37407$ - translation to ελληνικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Ignite (disambiguation); Ignite (album); Ignite (song)

ignite      
v. ανάβω, πυρπολώ

Ορισμός

ignite
[?g'n??t]
¦ verb
1. catch fire or cause to catch fire.
2. provoke or inflame (an emotion or situation).
Derivatives
ignitability noun
ignitable adjective
Origin
C17: from L. ignire 'set on fire', from ignis 'fire'.

Βικιπαίδεια

Ignite

To ignite is the first step of firelighting.

Ignite may also refer to: